ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΡΩΜΑΙΩΝ
ΙΝΤΡΟ ΜΟΝΤΑΝΕΛΛΙ – ΕΚΔ. ΘΕΜΕΛΙΟ - ΜΤΦ. ΑΘΑΝΑΣΙΑ ΔΡΑΚΟΠΟΥΛΟΥ – 2008
Αποσπάσματα από το κεφάλαιο:
« Η ΕΠΙΚΟΥΡΕΙΑ ΡΩΜΗ »
« … Η Ρωμαία μαμά που αποφάσιζε να φέρει στον κόσμο ένα παιδί, αν δεν ήταν εντελώς φτωχή, το ξεφορτωνόταν αμέσως, δίνοντας το σε μια τροφό για να το θηλάσει, ύστερα σε μια ελληνίδα δασκάλα, που τότε κατείχε τη θέση που σήμερα κατέχουν οι αγγλίδες και οι γαλλίδες, και τέλος σ’ έναν παιδαγωγό, συνήθως Έλληνα κι αυτόν, για τη μόρφωσή του. Διαφορετικά τα έστελνε σε κάποιο από τα σχολεία που τώρα πια υπήρχαν παντού, αλλά ήταν ιδιωτικά, μικτά και διευθύνονταν από μαγίστρους.
… Όλα ήταν ιδιωτικά και οι τιμές ήταν αλμυρότατες. Ο Πετρώνιος παραπονιόταν πως εκεί διδάσκονταν μόνο αφηρημένες θεωρίες που δεν είχαν καμία πρακτική χρησιμότητα. …
… Οι πιο ευκατάστατες οικογένειες στέλνανε τα παιδιά τους να τελειοποιήσουν τις σπουδές τους στο εξωτερικό: στην Αθήνα για τη φιλοσοφία, στην Αλεξάνδρεια για την ιατρική, στη Ρόδο για τη ρητορική. …
… Η ηθική αυτών των παιδιών δεν ήταν ποτέ σπουδαία ούτε καν τη στωική εποχή. Από δεκαέξι χρονών ήταν φυσικό να συχνάζουν στα «λουπανάρια» και κανείς δεν ενδιαφερόταν αν είχαν σχέσεις με γυναίκες ή με άνδρες. …
… Τώρα όμως οι νέοι μπορούσαν να εξαιρούνται από τη στρατιωτική θητεία, οι οίκοι ανοχής είχαν γίνει πολυτελείας, οι πόρνες αισθάνονταν την ανάγκη να ψυχαγωγούν τους πελάτες όχι μόνο με τις χάρες τους, αλλά και την συζήτηση τον χορό, το τραγούδι κι έτσι οι πελάτες τους εξακολουθούσαν να συχνάζουν και μετά τον γάμο. …
… Ο Σενέκας θεωρούσε τυχερό τον σύζυγο που η γυναίκα του εύρισκε αρκετούς δυο μόνο εραστές. Κι ένα επιτύμβιο λέει το εξής: «Έμεινε πιστός στην ίδια σύζυγο για σαράντα ένα χρόνια». Ο Γιουβενάλης, ο Μαρτιάλης, ο Στάτιος μας μιλάνε για γυναίκες της αστικής τάξης που αγωνίζονται στο τσίρκο, για άλλες που γυρνάνε στους δρόμους της Ρώμης οδηγώντας τα αμαξάκια τους, που σταματάνε και στήνουνε κουβέντα κάτω απ’ τις στοές και «προσφέρουν στον διαβάτη», λέει ο Οβίδιος, «το απολαυστικό θέαμα των γυμνών τους ώμων».
Οι «διανοούμενες» ανθίζανε. Η Θεοφίλη, η φίλη του Μαρτιάλη, ξεχώριζε για τις γνώσεις της πάνω στη στωική φιλοσοφία, η Σουλπικία έγραφε στίχους, φυσικά ερωτικούς. Και υπήρχαν και γυναικείες οργανώσεις που οργάνωναν διαλέξεις πάνω στα καθήκοντα της γυναίκας προς την κοινωνία, όπως συμβαίνει σε όλες τις κοινωνίες στις οποίες τα καθήκοντα δεν έχουν καμιά σημασία.
Όλοι πάχαιναν. Η αγαλματοποιία αυτής της εποχής, αν συγκριθεί με την αντίστοιχη της στωικής Ρώμης, που έφτιαχνε σώματα λεπτά και γωνιώδη, μας δείχνει έναν πληθυσμό μαλθακό και στρογγυλεμένο από την αργία και τις διαιτολογικές καταχρήσεις. …
… Η γυναικεία μόδα ήταν πολύπλοκη. Οι κυρίες που σέβονταν τον εαυτό τους δεν χρειάζονταν λιγότερο από τρεις ώρες και μισή ντουζίνα σκλάβες κάθε πρωί για να ετοιμαστούν. Ένα σημαντικό μέρος της λογοτεχνίας είναι αφιερωμένο στην περιγραφή αυτής της τέχνης και οι αίθουσες του λουτρού είναι γεμάτες από ξυριστικές μηχανές, ψαλίδες, βούρτσες, βουρτσάκια, κρέμες, πούδρες, καλλυντικά, λάδια, σαπούνια. Η Ποππαία είχε ανακαλύψει μια νυχτερινή μάσκα γάλακτος για να φρεσκάρει το δέρμα του προσώπου της, η οποία έγινε πολύ δημοφιλής. Το μπάνιο σε γάλα ήταν συνηθισμένο, και οι πλούσιες κυρίες ταξίδευαν με κοπάδια αγελάδες για να έχουν πάντα φρέσκο γάλα στη διάθεσή τους. Ειδικοί δίνανε συμβουλές για δίαιτες, γυμναστική, ηλιόλουτρα, μασάζ, εναντίον της κυτταρίτιδας. Οι κομμωτές έκαναν περιουσία όταν ανακάλυπταν κάποια πρωτότυπη κόμμωση: μαλλιά μαζεμένα πίσω ή δεμένα στον αυχένα ή συγκρατημένα από μια ταινία ή ένα φιλέ.
Τα ασπρόρουχα ήταν από μετάξι ή λινό. Και άρχιζε να κάνει την εμφάνισή του το σουτιέν. Κάλτσες δεν υπήρχαν, αλλά τα παπούτσια ήταν πολύπλοκα, από δέρμα μαλακό κι ελαφρό, με τακούνι ψηλό για να καλύπτουν το πρόβλημα των ρωμαίων κυριών που ήταν και ελάττωμα όλων των Ιταλίδων: τα κοντά πόδια. …
… Η επίπλωση του σπιτιού ήταν σε ανάλογο τόνο με όλη αυτή την επίδειξη. Ένα μέγαρο άξιο του ονόματός του έπρεπε να έχει κήπο, μαρμάρινη στοά, όχι λιγότερο από σαράντα δωμάτια, ανάμεσα στα οποία και κάποια σαλόνια με κολόνες από όνυχα ή αλάβαστρο, τοίχους διακοσμημένους με ακριβές πέτρες, τραπέζια από κέδρο πάνω σε πόδια από όνυχα, βαριά ανατολίτικα μεταξωτά, κορινθιακά βάζα και μερικές εκατοντάδες υπηρέτες: δύο πίσω από την καρέκλα κάθε προσκεκλημένου για να τον σερβίρουν στη διάρκεια του γεύματος, δύο για να του βγάζουν συγχρόνως τα παπούτσια όταν ξάπλωνε, κτλ. …
… Αυτοί οι κανόνες εφαρμόζονταν και για τους ανθρώπους της μεσαίας αστικής τάξης. Αυτοί δουλεύανε μέχρι το μεσημέρι, έτρωγαν κάτι πρόχειρα, όπως οι σημερινοί Αμερικανοί και γύριζαν στη δουλειά τους. Αλλά όλοι, νωρίτερα ή αργότερα, καταλήγανε στα δημόσια λουτρά για να πάρουν το μπάνιο τους. Κανένας λαός δεν υπήρξε ποτέ τόσο καθαρός, όσο ο ρωμαϊκός. Κάθε μέγαρο είχε τη δική του ιδιωτική πισίνα. Αλλά υπήρχαν πάνω από χίλιες δημόσιες που ήταν στη διάθεση του κοινού, με δυνατότητα να εξυπηρετούν περίπου χίλιους πελάτες τη φορά. Τα λουτρά ήταν ανοιχτά απ’ το πρωί μέχρι τη μια το μεσημέρι για τις γυναίκες, απ’ τις δύο μέχρι τη δύση του ηλίου για του άνδρες, μέχρι την εποχή που έγιναν μικτά. Γδυνόντουσαν σε αποδυτήρια και πήγαιναν στο γυμναστήριο για να εξασκηθούν στα διάφορα αγωνίσματα. Ύστερα πήγαιναν στην αίθουσα του μασάζ. Και στο τέλος άρχιζε το πραγματικό μπάνιο που ακολουθούσε αυστηρούς κανόνες. …
… Μετά από όλα αυτά σκουπίζονταν, αλείφονταν με λάδι, ντύνονταν και περνούσαν στην αίθουσα των παιχνιδιών για μια παρτίδα σκάκι ή χαρτιά, ή στην αίθουσα των συζητήσεων για να σχολιάσουν με τους φίλους τους πού σίγουρα συναντούσαν εκεί ή στο εστιατόριο για ένα καλό δείπνο, που ακόμα κι όταν δεν ήταν σπουδαίο, το αποτελούσαν τουλάχιστον έξι πιάτα, απ’ τα οποία δύο με κρέας χοιρινό. Έτρωγαν ξαπλωμένοι πάνω σε ανάκλιντρα, στηριγμένοι στο αριστερό τους χέρι που ακουμπούσε στο μαξιλάρι και υποβάσταζε το κεφάλι, και με το δεξί ελεύθερο για να παίρνει το φαγητό από το τραπέζι. …
… Τα συμπόσια άρχιζαν στις τέσσερις το απόγευμα, και κρατούσαν μέχρις αργά τη νύχτα, αν όχι μέχρι την επομένη. Τα τραπέζια ήταν στολισμένα με λουλούδια κι ο αέρας αρωματισμένος. Οι υπηρέτες, με ακριβές στολές, έπρεπε να είναι τουλάχιστον δύο για κάθε προσκεκλημένο. Δεν προφέρονταν παρά μόνο σπάνια ποτά κι εδέσματα. «Τα ψάρια, πρέπει να στοιχίζουν περισσότερα απ’ τον ψαρά», έλεγε ο Γιουβενάλης. Ο κόκκινος αστακός πληρωνόταν αμύθητα ποσά και ο Βέδιος Πολλιόνης ήταν ο πρώτος που επιχείρησε να φτιάξει εκτροφείο. Και ο Απίκιος απέκτησε κοινωνική θέση ανακαλύπτοντας ένα καινούργιο πιάτο: το φουά γκρά, που το έφτιαχνε παχαίνοντας τις χήνες με σύκα. Αυτός ο Απίκιος ήταν ένας παράξενος άνθρωπος: έφαγε σε γεύματα μια τεράστια περιουσία, κι όταν την είδε να μειώνεται σε μια δεκάδα εκατομμυρίων αυτοκτόνησε, γιατί δεν άντεχε τη φτώχεια.
Σε μερικές περιπτώσεις το συμπόσιο μεταβαλλόταν σε όργιο, ο αμφιτρύωνας πρόσφερε στους φιλοξενούμενους πολύτιμα αντικείμενα, και οι δούλοι περνούσαν μπροστά απ’ τα τραπέζια μοιράζοντας εμετικά που θα επέτρεπαν στους συνδαιτυμόνες να ξαναρχίσουν το φαγητό. … »
« Η Ρώμη ζούσε την εποχή « που θα ονομαζόταν “χρυσή” και που, όπως όλες οι χρυσές εποχές, θα ήταν το προανάκρουσμα της επιθανάτιας αγωνίας του πολιτισμού της. »
ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΡΩΜΑΙΩΝ
ΙΝΤΡΟ ΜΟΝΤΑΝΕΛΛΙ
ΕΚΔ. ΘΕΜΕΛΙΟ - 2008
ΜΤΦ. ΑΘΑΝΑΣΙΑ ΔΡΑΚΟΠΟΥΛΟΥ
Αποσπάσματα από το κεφάλαιο:
« Η ΕΠΙΚΟΥΡΕΙΑ ΡΩΜΗ »
